Η τραπεζαρία είναι άνω –κάτω, όπως όλο το σπίτι μου. Αυτά συμβαίνουν όταν κάνεις συγκεντρώσεις γενεθλίων στο χώρο σου. Ευτυχώς δεν είχα και το μαγείρεμα με έσωσε το κέτερινγκ . Είμαι ξεθεωμένη από την κούραση, έχω βγάλει τις γόβες μου γιατί με έχουν χτυπήσει στις φτέρνες μου. Στην διπλανή πολυθρόνα είναι τα δώρα των φίλων μου, αλλά βλέπω μια παραπάνω και μου κάνει τρομερή εντύπωση. –Η συγκεκριμένη σακούλα έχει ιδιαίτερο σχέδιο. – «Ποιος άραγε να μου πήρε αυτό το δώρο» σκέφτομαι και το πιάνω και αρχίζω να το παρατηρώ: Είναι μια σακούλα με διάφορα σχέδια που φωσφορίζει και αποφασίζω να την ανοίξω:
«Ένα λυχνάρι!»
Πλάκα κάνεις; Τι να το κάνω αυτό; Βέβαια αγαπώ τα παλιά αντικείμενα; Αλλά λυχνάρι; Κοιτάζω την κάρτα δεν έχει παραλήπτη… Άλλα κάτι είναι γραμμένο, το πιάνω στα χέρια μου:
«Κάνε τρεις ευχές και η ζωή σου θα αλλάξει…»
Αηδίες! Σκέφτομαι. Ήμουν πολύ μικρή όταν πίστευα στον Αλαντίν. Δεν έχω κάτι να χάσω, θα το δω σαν παιχνίδι. Εύχομαι:
«Θέλω να γίνω πλούσια…» ψιθυρίζω.
Νιώθω μια ζαλάδα, μάλλον είναι από το ποτό που έχω πει…. Χάνω τις αισθήσεις, πριν μαυρίσουν όλα, ακούω ένα σατανικό γέλιο και μετά κενό. Νιώθω ένα πόνο στο κεφάλι μου, έχω χάσει τον προσανατολισμό και προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου. Ξημέρωσε; Αναρωτιέμαι. Αισθάνομαι ότι είμαι κάπου που όλα είναι μαλακά και ανοίγω τα βλέφαρα μου. Ο ήλιος λούζει τα φριζαρισμένα, μπλεγμένα και σγουρά μαλλιά μου και παρατηρώ γύρω μου! Που είμαι; Λέω. Είμαι ξαπλωμένη σε υπέρδιπλο κρεβάτι με ουρανό… έχω τρομάξει! Πως έχω βρεθεί σ’ αυτό ξένο κρεβάτι; Όλα έγιναν από την στιγμή που… δεν προλαβαίνω να ολοκληρώσω την φράση μου και η ματιά μου πέφτει σε μια κορνίζα: Είμαι εγώ με ένα άνδρα άγνωστο για μένα, χαμογελαστό να με αγκαλιάζει και φαινόμαστε ευτυχισμένοι.
Σε παράλληλο σύμπαν είμαι Χριστέ μου; Φοράω και μια άσπρη σατέν νυχτικιά. Τα νύχια είναι σε γαλλικό μανικιούρ, δεν πάμε καλά. Όταν πάνω να σηκωθώ να επεξεργαστώ το δωμάτιο μήπως βρω κάποια πληροφορία. Χτυπάει η πόρτα και εμφανίζεται ένας άνδρας:
«Καλημέρα κυρία. Σας έφερε τίποτα άλλο.» μου αφήνει το δίσκο με το πρωινό.
«Σε μένα μιλήσατε;»
«Μάλλον η κυρία ήπιε υπέρ του δέοντος χθες στα γενέθλια της… Κυρία, είμαι ασυγχώρητος
που δεν σας ευχήθηκα. Να είστε πάντα καλά και ευτυχισμένη.
Δεν λέω κάτι. Μου δίνει ένα παυσίπονο και μου ακουμπάει το δίσκο στα πόδια μου, όταν ξαφνικά ακούγεται να σπάει κάτι… Είναι το τζάμι του δωματίου και εισβάλλουν μέσα δυο κουκουλοφόροι με δυο όπλα με έκταση να με σημαδεύουν. Θα πεθάνω! Σκέφτομαι.
«Παναγία μου, δεν θέλω να πεθάνω… άλλη ευχή! Εύχομαι… « φωνάζω.
Έχει τρεις ευχές θα καταφέρει να κερδίσει κάτι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου