Το μυθιστόρημα αυτό, ένα από τα πρώτα μεγάλα έργα της ώριμης ΄Ωστεν, προαναγγέλλει με εκπληκτική διορατικότητα, και όσο κανένα άλλο βιβλίο της, τις μεταγενέστερες εξελίξεις στο μυθιστόρημα και την κουλτούρα του 19ου αιώνα. Χρησιμοποιώντας μόνο λίγες οικογένειες και μια γειτονιά, ανατέμνει αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε, με τα λόγια της Φάνης, «γνώμονα και νόμο της ζωής τους», υπερβαίνοντας έτσι κατά πολύ τα όρια της γειτονιάς - φτάνοντας στις Δυτικές Ινδίες, το δουλεμπόριο, τους ναπολεόντειους πολέμους. Δεν συνιστά απλώς μελέτη μιας οικογένειας αλλά μελέτη του θεσμού της οικογένειας, μελέτη των κανόνων και των σχέσεων που καθιστούν την οικογένεια διαχρονική οντότητα. Το «Μάνσφηλντ Παρκ», όπως και το σύγχρονό του γοτθικό μυθιστόρημα, με το οποίο ελάχιστα μοιάζει, γοητεύεται από τη φύση και το κύρος της οικογένειας, από τις περίεργες στρεβλώσεις και την θεσμοθετημένη τυραννία που επιβάλλει στα μέλη της, και ιδιαίτερα στις γυναίκες.
Η Φάνι Πράις, μια νεαρή κοπέλα από φτωχή οικογένεια, πηγαίνει να ζήσει με τους πλούσιους συγγενείς της στην πολυτελή έπαυλή τους, το Μάνσφιλντ Παρκ. Καθώς η Φάνι προσπαθεί να βρει τον δρόμο της σε έναν κοινωνικό λαβύρινθο που δεν γνωρίζει, γίνεται μάρτυρας των ηθικών αδυναμιών και των ρομαντικών ιστοριών των ξαδέλφων και των γειτόνων της. Παραμένει σταθερή σε όσα θεωρεί σωστές αρχές για μια γυναίκα της τάξης της, αλλά παράλληλα δεν μπορεί να αποφύγει την έλξη που της ασκεί ο Έντμουντ, ο οποίος ίσως είναι ο μόνος που εκτιμά πραγματικά την αξία της. Τελικά η ήρεμη δύναμη της Φάνι λειτουργεί αναπάντεχα ως μια σταθερά, οδηγώντας τη στην αποδοχή και την ευτυχία. Το Μάνσφιλντ Παρκ είναι ένα ταξίδι αυτοανακάλυψης, αποτυπώνει την αντίθεση μεταξύ καθήκοντος και επιθυμίας και θέτει ερωτήματα για τη δύναμη της ηθικής ακεραιότητας σε έναν κόσμο βυθισμένο στη ματαιοδοξία και την αποθέωση των προσχημάτων.
Μια πολύ όμορφη ιστορία. Η Jane Austen για μια ακόμη φορά συζητάει μέσω των χαρακτήρων της με τους αναγνώστες σχετικά με την ηθική και τις αξίες που πρέπει να έχει ο κάθε άνθρωπος. Η Φαννη Πράις είναι μια μοναδική χαρακτήρας με αρχές, σταθερότητα στις απόψεις και τις αποφάσεις της, και καλοπροαίρετη φύση. Σιγά –σιγά αποκτά και δυναμισμό και την βλέπουμε να ανθίζει και να παίρνει την θέση που της αξίζει ανάμεσα στους ανθρώπους που θέλει να έχει στην ζωή της. Πραγματικά μια καταπληκτική ιστορία.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
Η Φάνι Πράις είχε την ατυχία να γεννηθεί σε
μια φτωχή οικογένεια. Η μητέρα της, ξεροκέφαλη στα νιάτα της, είχε ερωτευτεί
έναν αμόρφωτο άντρα που προτιμούσε να μπεκρολογάει παρά να δουλεύει, κι έτσι η
οικογένειά της την αποκήρυξε. Έντεκα χρόνια είχαν περάσει χωρίς καμία
επικοινωνία μεταξύ τους. Η Φάνι ήξερε ότι είχε ξαδέλφια, θείες και θείους,
μεταξύ τους όμως η απόσταση ήταν μεγάλη – εκείνοι ζούσαν σε μεγαλεία τα οποία
ήταν τελείως άγνωστα στο σπίτι της Φάνι. Όταν όμως η κυρία Πράις έμεινε έγκυος
στο ένατο παιδί της, σκέφτηκε –επιτέλους– ότι η οικογένειά της της όφειλε
κάποια υποστήριξη. Έγραψε στην πλούσια αδελφή της, τη λαίδη Μπέρτραμ, ένα
γράμμα στο οποίο εξιστορούσε τη δυστυχία της και απαριθμούσε τα πολλά της
παιδιά, ζητώντας τη βοήθεια των Μπέρτραμ. Η λαίδη Μπέρτραμ και ο σύζυγός της, ο
σερ Τόμας, της απάντησαν σε φιλικό ύφος στέλνοντας κάποιες συμβουλές, ένα μικρό
χρηματικό ποσό και λίγα μωρρουδιακά. Η μεγαλύτερη αδελφή της κυρίας Πράις ήταν
παντρεμένη με έναν ιερέα, τον αιδεσιμότατο Νόρις. Το ζευγάρι ζούσε κοντά στους
Μπέρτραμ, αν και δεν τους έφτανε στα μεγαλεία. Η κυρία Νόρις έγραψε ορισμένα
μακροσκελή γράμματα στην κυρία Πράις, όλο συμπόνια για την κατάστασή της.
Ένιωθε όμως ότι αυτό δεν ήταν αρκετό και σύντομα άρχισε να σκέφτεται άλλους τρόπους να
ελαφρύνει κάπως την αδελφή της από το βάρος.
«Γιατί να μην αναλάβουμε εμείς την ανατροφή
ενός από τα παιδιά της;» πρότεινε μια μέρα.
«Θα
μπορούσαμε να καλέσουμε κοντά μας τη μεγαλύτερη κόρη. Σκεφτείτε πόσες
προοπτικές θα έχει, αν μεγαλώσει σ’ ένα τέτοιο οικογενειακό περιβάλλον! Έναν
καλό γάμο τουλάχιστον. Τι άλλο να θέλει μια κοπέλα;»
Η
λαίδη Μπέρτραμ συμφώνησε χωρίς να το πολυσκεφτεί. Της άρεσε όταν οι άλλοι
έβαζαν το μυαλό τους να δουλέψει για λογαριασμό της. Ο σερ Τόμας ήταν
διστακτικός. Εκείνος σκεφτόταν τους γιους του, τον Τομ και τον Έντμοντ, και την
πιθανότητα να ερωτευτούν την ξαδέλφη τους:
«Συμβαίνει συχνά, άλλωστε, και η κατάστασή
μας είν…» «Είναι καλύτερα για την κοπέλα να μεγαλώσει μαζί με τα δικά σας
παιδιά, ώστε να νιώθουν μεταξύ τους σαν αδέλφια» τον διέκοψε η κυρία Νόρις.
«Αποκλείεται να είναι εξίσου όμορφη με τη
Μαράια και την Τζούλια – ακόμα όμως κι αν είναι, φανταστείτε τι θα γινόταν, αν
ο Τομ ή ο Έντμοντ την έβλεπαν δέκα χρόνια από σήμερα! Θα τους κέντριζε μεμιάς
το ενδιαφέρον, θα τους φαινόταν πολύ αινιγματική».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου