Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ είναι το μοναδικό δημοσιευμένο μυθιστόρημα του Όσκαρ Ουάιλντ, το οποίο κυκλοφόρησε στο μηνιαίο περιοδικό Lippincott's Monthly Magazine στις 20 Ιουνίου 1890, για το τεύχος Ιουλίου του ίδιου έτους. Οι εκδότες του περιοδικού, φοβούμενοι την ανηθικότητα του μυθιστορήματος, λογόκριναν το έργο και αφαίρεσαν περί τις 500 λέξεις πριν τη δημοσίευση, χωρίς να ενημερώσουν τον Ουάιλντ. Ακόμα κι έτσι όμως, το έργο κατάφερε να εξοργίσει το βρετανικό κοινό, οδηγώντας μέχρι και σε κραυγές για δίωξη του συγγραφέα για προσβολή της Βικτωριανής ηθικής. Η άμεση απάντηση του Ουάιλντ σε αυτό ήταν μια σειρά από επιθετικές επιστολές-απαντήσεις στον Τύπο της εποχής.
Ο Ντόριαν Γκρέι είναι ένας αριστοκράτης, πλούσιος και κοσμικός νέος, με εκθαμβωτική ομορφιά που σαγηνεύει όποιον τον αντικρίζει. Ο Ντόριαν συνειδητοποιεί τη γοητεία που ασκεί στους ανθρώπους, όταν στέκει θαμπωμένος μπροστά στο πορτρέτο που του φιλοτέχνησε ένας φημισμένος ζωγράφος, ο Μπάζιλ Χόλγουορντ. Μια ευχή ανεβαίνει αυθόρμητα στα χείλη του: Να μην γεράσει ποτέ. Πράγματι, ενώ τα χρόνια περνούν, τα σημάδια του χρόνου αποτυπώνονται στο πορτρέτο, ενώ η δική του ομορφιά παραμένει αναλλοίωτη. Καθώς ο Ντόριαν επιδίδεται σε έκλυτο βίο, πέρα από τις ρυτίδες και τη φθορά του χρόνου, στο πορτρέτο φανερώνεται και η έκφυλη φύση του ακόλαστου νέου. Το μυθιστόρημα του Όσκαρ Ουάιλντ θεωρήθηκε προκλητικό, σκανδάλισε τα βικτοριανά ήθη και ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών για την ανηθικότητα του ήρωα, που τοποθετεί την ηδονή πάνω από κάθε πνευματική αξία. Σήμερα, έναν αιώνα μετά την πρώτη της έκδοση, η ιστορία του Ντόριαν Γκρέι εξακολουθεί να συμβολίζει το άπιαστο όνειρο της αιώνιας νεότητας και της άφθαρτης ομορφιάς.
Θεωρείται ένα κλασικό αριστούργημα που μετά από τόσα χρόνια παραμένει μοναδικό. Ένα κλασσικό αριστούργημα, που συγκινεί με την ομορφιά που πηγάζει από την υπέροχη γραφή, τις υπέροχες εικόνες και διαβάζεται αμέσως. Ευχάριστη ανάγνωση. Πολύ ωραίο βιβλίο, ευκολοδιάβαστο.
Απόσπασμα:
Η έντονη ευωδιά των ρόδων πλημμύριζε το εργαστήρι και κάθε φορά που το ανάλαφρο καλοκαιρινό αεράκι παιζογελούσε με τα δέντρα του κήπου, από την ανοιχτή πόρτα ορμούσε το βαρύ άρωμα της πασχαλιάς και η λεπτή μοσχοβολιά που ανέδιδαν τα ρόδινα ανθάκια του αγκαθωτού θάμνου. Από τη γωνιά του ντιβανιού με τα περσικά στρωσίδια, όπου ήταν ξαπλωμένος ο λόρδος Χένρι Γουότον, καπνίζοντας, ως συνήθως, αναρίθμητα τσιγάρα, με δυσκολία διέκρινε τη μαρμαρυγή των ολόγλυκων, μελένιων ανθών ενός λαβούρνου που τα παλλόμενα κλαδιά του μετά βίας κρατούσαν το φορτίο μιας τόσο λαμπερής ομορφιάς σαν τη δική τους. Κάθε τρεις και λίγο, φανταστικές σκιές πουλιών διάβαιναν αθόρυβα μέσα από τις καμωμένες από άγριο μετάξι μακριές κουρτίνες που κάλυπταν το τεράστιο παράθυρο, δημιουργώντας για μια στιγμή την εντύπωση μιας γιαπωνέζικης εικόνας, που του θύμισε εκείνους τους ταλαίπωρους ζωγράφους με τα χλωμά πρόσωπα, οι οποίοι, υπηρετώντας μια τέχνη αναγκαστικά στατική, αγωνίζονται να προσδώσουν την αίσθηση της ταχύτητας και της κίνησης. Το χολωμένο βουητό των μελισσών που πάσχιζαν ν’ ανοίξουν δρόμο μες στο ψηλό, ακούρευτο γρασίδι ή τριγυρνούσαν επίμονα γύρω από τους σγουρούς, μαύρους στήμονες του αγιοκλήματος –ήταν αρχές του Ιούνη– έκανε την ακινησία να φαντάζει πιο καταθλιπτική, ενώ η υπόκωφη βουή του Λονδίνου έμοιαζε με χαμηλή νότα ενός μακρινού εκκλησιαστικού οργάνου. Στο κέντρο του δωματίου, στηριγμένο σε ένα όρθιο καβαλέτο, βρισκόταν το ολόσωμο πορτρέτο ενός νέου εκπληκτικής ομορφιάς και μπροστά του, λίγο πιο πέρα, καθόταν ο ίδιος ο καλλιτέχνης, ο Μπάζιλ Χόλγουορντ. Η απρόσμενη εξαφάνισή του πριν από μερικά χρόνια προκάλεσε, εκείνον τον καιρό, μεγάλη αναταραχή στο κοινό και έδωσε λαβή για ένα σωρό παράξενες εικασίες. Καθώς ο Χόλγουορντ κοίταζε την ευγενική και χαριτωμένη μορφή που με τόση επιδεξιότητα είχε αποτυπώσει με την τέχνη του, ένα χαμόγελο ικανοποίησης φώτισε για μια στιγμή το πρόσωπό του και φάνηκε σαν να ήθελε να μείνει εκεί. Έξαφνα σηκώθηκε όρθιος και, κλείνοντας τα μάτια, έβαλε τα δάχτυλά του πάνω στα βλέφαρα, λες και ήθελε να φυλακίσει μες στο μυαλό του κάποιο περίεργο όνειρο απ’ όπου δεν ήθελε να ξυπνήσει.